σκυλάκι 希腊语 词源 源自古希腊语 σκυλάκιον (skulákion),σκύλαξ (skúlax)的指小词。 名词 σκυλάκι (skyláki) n(复数 σκυλάκια) 单词 σκύλος (skýlos) 之指小词:小狗 金鱼草变格 σκυλάκι的变格 单数 复数 主格 σκυλάκι • σκυλάκια • 属格 — — 宾格 σκυλάκι • σκυλάκια • 呼格 σκυλάκι • σκυλάκια • 近义词 κουτάβι n (koutávi)