logo

πονοκέφαλος是什么意思_πονοκέφαλος读音|解释_πονοκέφαλος同义词|反义词

πονοκέφαλος

希腊语

词源

πόνος (pónos, 疼痛) +‎ κεφάλι (kefáli, )

名词

πονοκέφαλος (ponokéfalosm(复数 πονοκέφαλοι

  1. (医学) 头痛
  2. (比喻) 问题难题

变格

近义词

  • κεφαλαλγία (kefalalgía)
  • κεφαλόπονος (kefalóponos)