περιβόλι
希腊语
词源
源自中古希腊语 περιβόλιν (peribólin),源自通用希腊语 περιβόλιον (peribólion),源自古希腊语 περίβολος (períbolos)的指小词,源自περιβάλλω (perivállo, “围绕”),源自περί- (perí-, “环,绕”) + βάλλω (bállō, “扔”)。
其他写法
- περβόλι n (pervóli)
名词
περιβόλι (perivóli) n(复数 περιβόλια)
变格
περιβόλι的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | περιβόλι • | περιβόλια • |
| 属格 | περιβολιού • | περιβολιών • |
| 宾格 | περιβόλι • | περιβόλια • |
| 呼格 | περιβόλι • | περιβόλια • |
近义词
- λαχανόκηπος m (lachanókipos, “菜园”)
- 并参见:κήπος m (kípos)
相关词汇
- περίβολος m (perívolos)
