λιόδεντρο 希腊语 名词 λιόδεντρο (liódentro) n(复数 λιόδεντρα) 橄榄树变格 λιόδεντρο的变格 单数 复数 主格 λιόδεντρο • λιόδεντρα • 属格 λιόδεντρου • λιόδεντρων • 宾格 λιόδεντρο • λιόδεντρα • 呼格 λιόδεντρο • λιόδεντρα • 近义词 ελιά f (eliá)