διάνυσμα
希腊语
词源
意译自法语 vecteur,源自通用希腊语 διάνυσμα,等同于δι- (“穿过”) + άνυσμα。
发音
- IPA(帮助):/ˈðia.ni.zma/
- 断字:δι‧ά‧νυ‧σμα
名词
διάνυσμα (diánysma) n(复数 διανύσματα)
变格
διάνυσμα的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | διάνυσμα • | διανύσματα • |
| 属格 | διανύσματος • | διανυσμάτων • |
| 宾格 | διάνυσμα • | διανύσματα • |
| 呼格 | διάνυσμα • | διανύσματα • |
派生词
- ανυσματικός (anysmatikós, “向量的”)
- διανυσματικός (dianysmatikós, “向量的”)
- διανύω (dianýo, “横过,穿过”)
同类词汇
对比
拓展阅读
- διάνυσμα在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el
- διάνυσμα in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
