αγωγιάτης 希腊语 名词 αγωγιάτης (agogiátis) m(复数 αγωγιάτες,阴性 αγωγιάτισσα) 赶骡人变格 αγωγιάτης的变格 单数 复数 主格 αγωγιάτης • αγωγιάτες • 属格 αγωγιάτη • αγωγιατών • 宾格 αγωγιάτη • αγωγιάτες • 呼格 αγωγιάτη • αγωγιάτες • 相关词汇 参见:αγωγός m (agogós, “导体;管道”)