άρτος
希腊语
词源
源自古希腊语 ἄρτος (ártos, “面包”)。
发音
- IPA(帮助):/ˈar.tos/
- 断字:άρ‧τος
名词
άρτος (ártos) m(复数 άρτοι)
变格
άρτος的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | άρτος • | άρτοι • |
| 属格 | άρτου • | άρτων • |
| 宾格 | άρτο • | άρτους • |
| 呼格 | άρτε • | άρτοι • |
同类词汇
- 参见:ψωμί n (psomí, “面包”)
相关词汇
- αρτοβιομηχανία f (artoviomichanía, “烘焙”)
- αρτοκλασία f (artoklasía, “烘焙面包”)
- αρτοποιείο n (artopoieío, “面包店”)
- αρτοποιία f (artopoiía, “制作面包”)
- αρτοποιός m (artopoiós, “面包师”)
- αρτοπωλείο n (artopoleío, “面包店”)
- αρτοπώλης m (artopólis, “面包师”)
- αρτοπώλισσα f (artopólissa, “面包师”)
