ύτριο 希腊语 名词 ύτριο (ýtrio) n(不可数) ύττριο (ýttrio) 的另一种写法变格 ύτριο (ýtrio)的变格 单数 主格 ύτριο • 属格 υτρίου • 宾格 ύτριο • 呼格 ύτριο •