ψωμιέρα 希腊语 词源 ψωμ(ί) (psom(í), “面包”) + -ιέρα (-iéra, “容器”) 发音 IPA(帮助):/psomˈɲera/ 断字:ψω‧μιέ‧ρα名词 ψωμιέρα (psomiéra) f 面包盒变格 ψωμιέρα的变格 单数 复数 主格 ψωμιέρα • ψωμιέρες • 属格 ψωμιέρας • — 宾格 ψωμιέρα • ψωμιέρες • 呼格 ψωμιέρα • ψωμιέρες • 相关词汇 参见:ψωμί n (psomí, “面包”)