χάλυβας
希腊语
词源
发音
- IPA(帮助):/ˈxa.li.vas/
名词
χάλυβας (chályvas) f(复数 χάλυβες)
变格
χάλυβας的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | χάλυβας • | χάλυβες • |
| 属格 | χάλυβα • | χαλύβων • |
| 宾格 | χάλυβα • | χάλυβες • |
| 呼格 | χάλυβα • | χάλυβες • |
近义词
- (更通用) ατσάλι n (atsáli)
相关词汇
- χαλυβουργία f (chalyvourgía, “钢铁工业”)
- χαλυβουργείο n (chalyvourgeío, “炼钢厂”)
