φυτοκομία 希腊语 名词 φυτοκομία (fytokomía) f(不可数) 园艺学变格 φυτοκομία (fytokomía)的变格 单数 主格 φυτοκομία • 属格 φυτοκομίας • 宾格 φυτοκομία • 呼格 φυτοκομία • 相关词汇 φυτοκομείο n (fytokomeío, “苗圃”)并参见:φυτό n (fytó, “植物”)