logo

τρώω是什么意思_τρώω读音|解释_τρώω同义词|反义词

τρώω

希腊语

其他写法

词源

源自古希腊语 τρώγω (trṓgō)。带词干-φαγ-的形式派生自古希腊语 ἔφαγον (éphagon)的词干。

发音

  • IPA(帮助)/ˈtɾo.o/
  • 断字:τρώ‧ω

动词

τρώω (tróo) (过去简单式 έφαγα被动语态 τρώγομαι)

  1. Θέλω να τρώω υγιεινά, αλλά χθες έφαγα τρία χάμπουργκερ.
    Thélo na tróo ygieiná, allá chthes éfaga tría chámpourgker.
    我想要得健康,但昨天我又吃了三个汉堡。
  2. 就餐
  3. (宗教)斋戒进食
  4. (比喻) 腐蚀侵蚀
  5. 叮咬
  6. (比喻) 浪费,花光
  7. (比喻) 受贿

变位

近义词

  • (蚊虫叮咬) τσιμπάω (tsimpáo)

相关词汇

  • αλληλοτρώγομαι (allilotrógomai, 自相残杀)