logo

ταξιδιωτικός是什么意思_ταξιδιωτικός读音|解释_ταξιδιωτικός同义词|反义词

ταξιδιωτικός

希腊语

形容词

ταξιδιωτικός (taxidiotikósm(阴性 ταξιδιωτική,中性 ταξιδιωτικό

  1. 旅行

变格

相关词汇

  • ταξιδιωτική επιταγή f (taxidiotikí epitagí, 旅行支票)
  • 并参见:ταξίδι n (taxídi, 旅行,旅途)