συνταγματικότητα
来源于新华字典·百度汉语
希腊语
名词
συνταγματικότητα (syntagmatikótita) f(不可数)
- (政治) 合宪
- 反义词: αντισυνταγματικότητα (antisyntagmatikótita)
变格
συνταγματικότητα (syntagmatikótita)的变格
| 单数 | |
|---|---|
| 主格 | συνταγματικότητα • |
| 属格 | συνταγματικότητας • |
| 宾格 | συνταγματικότητα • |
| 呼格 | συνταγματικότητα • |
相关词汇
- 参见:σύνταγμα n (sýntagma, “宪法”)
