ρυθμός 希腊语 词源 源自古希腊语 ῥυθμός (rhuthmós)。 名词 ρυθμός (rythmós) m(复数 ρυθμοί) (音乐) 节奏 步伐 (比喻, 建筑学) 风格变格 ρυθμός的变格 单数 复数 主格 ρυθμός • ρυθμοί • 属格 ρυθμού • ρυθμών • 宾格 ρυθμό • ρυθμούς • 呼格 ρυθμέ • ρυθμοί • 拓展阅读 ρυθμός在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el