πρασεοδύμιο 希腊语 名词 πρασεοδύμιο (praseodýmio) n(不可数) πρασινοδύμιο (prasinodýmio) 的另一种写法变格 πρασεοδύμιο (praseodýmio)的变格 单数 主格 πρασεοδύμιο • 属格 πρασεοδυμίου • 宾格 πρασεοδύμιο • 呼格 πρασεοδύμιο •