πιτσαρία 希腊语 词源 源自意大利语 pizzeria,等同于πίτσα (pítsa) + -αρία (-aría)。 名词 πιτσαρία (pitsaría) f(复数 πιτσαρίες) 披萨店变格 πιτσαρία的变格 单数 复数 主格 πιτσαρία • πιτσαρίες • 属格 πιτσαρίας • πιτσαριών • 宾格 πιτσαρία • πιτσαρίες • 呼格 πιτσαρία • πιτσαρίες • 相关词汇 πίτσα f (pítsa, “披萨”)