πελάτης 来源于新华字典·百度汉语 希腊语 名词 πελάτης (pelátis) m(复数 πελάτες,阴性 πελάτισσα) 顾客,客户 客人,来客 (计算机) 客户端,用户端变格 πελάτης的变格 单数 复数 主格 πελάτης • πελάτες • 属格 πελάτη • πελατών • 宾格 πελάτη • πελάτες • 呼格 πελάτη • πελάτες • 相关词汇 πελατεία f (pelateía, “客户,赞助”)