οφθαλμίατρος
希腊语
名词
οφθαλμίατρος (ofthalmíatros) m 或 f
变格
οφθαλμίατρος的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | οφθαλνίατρος • | οφθαλνίατροι • |
| 属格 | οφθαλνιάτρου • | οφθαλνιάτρων • |
| 宾格 | οφθαλνίατρο • | οφθαλνιάτρους • |
| 呼格 | οφθαλνίατρε • | οφθαλνίατροι • |
近义词
- οφθαλμολόγος m 或 f (ofthalmológos)
相关词汇
- οφθαλμολογία f (ofthalmología, “眼科学”)
- 并参见:γιατρός m 或 f (giatrós, “医生”)
