ξεφωνητό 希腊语 名词 ξεφωνητό (xefonitó) n(复数 ξεφωνητά) 尖叫变格 ξεφωνητό的变格 单数 复数 主格 ξεφωνητό • ξεφωνητά • 属格 ξεφωνητού • ξεφωνητών • 宾格 ξεφωνητό • ξεφωνητά • 呼格 ξεφωνητό • ξεφωνητά •