logo

μπανιέρα是什么意思_μπανιέρα读音|解释_μπανιέρα同义词|反义词

μπανιέρα

希腊语

词源

μπάνιο (bánio, 沐浴) +‎ -ιέρα (-iéra)

发音

  • IPA(帮助)/baˈɲeɾa/
  • 断字:μπα‧νιέ‧ρα

名词

μπανιέρα (baniéraf(复数 μπανιέρες

  1. 浴缸
    Καθάρισε σε παρακαλώ την μπανιέρα, είναι γεμάτη σαπουνάδες.
    Kathárise se parakaló tin baniéra, eínai gemáti sapounádes.
    请你清理一下浴缸,里面全是泡沫。

变格

近义词

相关词汇

  • μπανιερίτσα f (banierítsa) (指小词)
  • μπανιερούλα f (banieroúla) (指小词)

拓展阅读

  •   μπανιέρα在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el