μικροκύμα
希腊语
词源
μικρός (mikrós, “小的”) + κύμα (kýma, “波”)
名词
μικροκύμα (mikrokýma) n(复数 μικροκύματα)
- (物理学) 微波
变格
μικροκύμα的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | μικροκύμα • | μικροκύματα • |
| 属格 | μικροκύματος • | μικροκυμάτων • |
| 宾格 | μικροκύμα • | μικροκύματα • |
| 呼格 | μικροκύμα • | μικροκύματα • |
派生词
- φούρνος μικροκυμάτων m (foúrnos mikrokymáton, “微波炉”)
拓展阅读
- Μικροκύματα在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el
