μεσονύκτιο 希腊语 名词 μεσονύκτιο (mesonýktio) n(复数 μεσονύκτια) (书面) 半夜,午夜变格 μεσονύκτιο的变格 单数 复数 主格 μεσονύκτιο • μεσονύκτια • 属格 μεσονυκτίου • μεσονυκτίων • 宾格 μεσονύκτιο • μεσονύκτια • 呼格 μεσονύκτιο • μεσονύκτια • 近义词 μεσάνυχτα n pl (mesánychta)相关词汇 参见:μεσάνυχτα f (mesánychta, “半夜”)