μαχαίρι
希腊语
词源
继承自通用希腊语 μαχαίριον (makhaírion),古希腊语 μάχαιρα (mákhaira, “小剑”)的指小词。μάχαιρα (máchaira)的同源对似词。
名词
μαχαίρι (machaíri) n(复数 μαχαίρια)
变格
μαχαίρι的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | μαχαίρι • | μαχαίρια • |
| 属格 | μαχαιριού • | μαχαιριών • |
| 宾格 | μαχαίρι • | μαχαίρια • |
| 呼格 | μαχαίρι • | μαχαίρια • |
派生词
- αμαχαίρωτος (amachaírotos, “未被刺伤的”)
- μαχαίρα (machaíra)
- μαχαιρίδιο n (machairídio, “解剖刀”)
- μαχαιροπήρουνο n (machairopírouno, “刀叉”)
- μαχαιροπίρουνο n (machairopírouno, “刀叉”)
- μαχαιρώνω (machairóno, “刺伤”)
- μαχαιρώνωμαι (machairónomai, “被刺伤”)
相关词汇
- μάχαιρα (máchaira)
