κόρακας 希腊语 名词 κόρακας (kórakas) m(复数 κόρακες) (鸟类学) 渡鸦(Corvus corax)变格 κόρακας的变格 单数 复数 主格 κόρακας • κόρακες • 属格 κόρακα • κοράκων • 宾格 κόρακα • κόρακες • 呼格 κόρακα • κόρακες • 相关词汇 参见:κοράκι n (koráki, “鸦,乌鸦”)