κοτούλα 希腊语 词源 κότα (kóta) + -ούλα (-oúla) 发音 IPA(帮助):/koˈtula/名词 κοτούλα (kotoúla) f(复数 κοτούλες) 单词 κότα (kóta, “母鸡”) 之指小词变格 κοτούλα的变格 单数 复数 主格 κοτούλα • κοτούλες • 属格 κοτούλας • — 宾格 κοτούλα • κοτούλες • 呼格 κοτούλα • κοτούλες • 近义词 κοτίτσα f (kotítsa)反义词 κοτάρα f (kotára)