κοτέτσι 希腊语 词源 源自斯拉夫语族 котац (kɔ̌tat͡s, “猪圈”),源自原始斯拉夫语 *kotьcь (“巢;仓库”)。 发音 IPA(帮助):/koˈtetsi/名词 κοτέτσι (kotétsi) n(复数 κοτέτσια) 鸡舍 (口语, 贬义) 小屋变格 κοτέτσι的变格 单数 复数 主格 κοτέτσι • κοτέτσια • 属格 κοτετσιού • κοτετσιών • 宾格 κοτέτσι • κοτέτσια • 呼格 κοτέτσι • κοτέτσια • 相关词汇 参见:κότα f (kóta, “母鸡”)