κινητό_τηλέφωνο 希腊语 名词 κινητό τηλέφωνο (kinitó tiléfono) n(复数 κινητά τηλέφωνα) (通讯) 手机,移动电话,行动电话近义词 κινητό n (kinitó)参见 τηλέφωνο n (tiléfono, “电话”)拓展阅读 κινητό τηλέφωνο在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el