καύση
希腊语
名词
καύση (káfsi) f(复数 καύσεις)
变格
καύση的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | καύση • | καύσεις • |
| 属格 | καύσης • καύσεως • | καύσεων • |
| 宾格 | καύση • | καύσεις • |
| 呼格 | καύση • | καύσεις • |
近义词
- ανάφλεξη f (anáflexi)
派生词
- μηχανή εσωτερικής καύσης f (michaní esoterikís káfsis, “内燃机”)
καύση (káfsi) f(复数 καύσεις)
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | καύση • | καύσεις • |
| 属格 | καύσης • καύσεως • | καύσεων • |
| 宾格 | καύση • | καύσεις • |
| 呼格 | καύση • | καύσεις • |