θερμότητα
希腊语
词源
源自古希腊语 θερμότης (thermótēs),等同于θερμός (thermós, “热的,温暖的”) + -ότητα (-ótita)。
名词
θερμότητα (thermótita) f(不可数)
变格
θερμότητα (thermótita)的变格
| 单数 | |
|---|---|
| 主格 | θερμότητα • |
| 属格 | θερμότητας • |
| 宾格 | θερμότητα • |
| 呼格 | θερμότητα • |
近义词
- (热): ζέστη f (zésti)
- (热, 口语): πυρά f (pyrá)
派生词
- εναλλάκτης θερμότητας m (enalláktis thermótitas, “热交换器”)
