希腊语
词源
ημί- (imí-, “半”) + όνος (ónos, “驴”)
名词
ημίονος (imíonos) m(复数 ημίονοι)
- 骡
变格
ημίονος的变格
| 单数
|
复数
| | 主格
|
ημίονος •
|
ημίονοι •
|
|---|
| 属格
|
ημιόνου •
|
ημιόνων •
|
|---|
| 宾格
|
ημίονο •
|
ημιόνους •
|
|---|
| 呼格
|
ημίονε •
|
ημίονοι •
|
|---|
近义词
相关词汇
- ημιονηγός m (imionigós, “赶骡人”)
- ημιονικός (imionikós, “骡的”) (多用于军事)
参见