logo

γόνδολα是什么意思_γόνδολα读音|解释_γόνδολα同义词|反义词

γόνδολα

希腊语

名词

γόνδολα (góndolaf(复数 γόνδολες

  1. 贡多拉
  2. 飞艇吊舱
    近义词: λέμβος (lémvos)

变格

参见

拓展阅读

  •   γόνδολα在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el