αποξένωση
希腊语
名词
αποξένωση (apoxénosi) f(不可数)
变格
αποξένωση (apoxénosi)的变格
| 单数 | |
|---|---|
| 主格 | αποξένωση • |
| 属格 | αποξένωσης • αποξενώσεως • |
| 宾格 | αποξένωση • |
| 呼格 | αποξένωση • |
相关词汇
- 参见:αποξενώνω (apoxenóno, “使疏远”)
拓展阅读
- αποξένωση in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
