希腊语
词源
άντρας (ántras) + -ούλης (-oúlis)
名词
αντρούλης (antroúlis) m(复数 αντρούληδες)
- 单词 άντρας (ántras, “丈夫”) 之指小词
变格
αντρούλης的变格
| 单数
|
复数
| | 主格
|
αντρούλης •
|
αντρούληδες •
|
|---|
| 属格
|
αντρούλη •
|
αντρούληδων •
|
|---|
| 宾格
|
αντρούλη •
|
αντρούληδες •
|
|---|
| 呼格
|
αντρούλη •
|
αντρούληδες •
|
|---|
相关词汇