logo

αδιάλειπτος是什么意思_αδιάλειπτος读音|解释_αδιάλειπτος同义词|反义词

αδιάλειπτος

希腊语

形容词

αδιάλειπτος (adiáleiptosm(阴性 αδιάλειπτη,中性 αδιάλειπτο

  1. 不断的,连续

变格

近义词

相关词汇

  • αδιάλειπτα (adiáleipta, 连续地)