αίσθηση
希腊语
词源
源自古希腊语 αἴσθησις (aísthēsis)。
发音
- IPA(帮助):/ˈesθisi/
- 断字:αί‧σθη‧ση
名词
αίσθηση (aísthisi) f(复数 αισθήσεις)
变格
αίσθηση的变格
| 单数 | 复数 | |
|---|---|---|
| 主格 | αίσθηση • | αισθήσεις • |
| 属格 | αίσθησης • αισθήσεως • | αισθήσεων • |
| 宾格 | αίσθηση • | αισθήσεις • |
| 呼格 | αίσθηση • | αισθήσεις • |
相关词汇
- αισθησιακός (aisthisiakós, “感觉的;性感的”)
- αισθησιασμός m (aisthisiasmós, “感性”)
- αισθητήρας (aisthitíras)
- αισθητήριο n (aisthitírio, “感官,直觉”)
- αισθητήριος (aisthitírios, “感觉的”)
- 并参见:αισθάνομαι (aisthánomai, “感受,感觉,感知”)
