logo

αίνιγμα是什么意思_αίνιγμα读音|解释_αίνιγμα同义词|反义词

αίνιγμα

希腊语

词源

源自古希腊语 αἴνιγμα (aínigma)

发音

  • IPA(帮助)[ˈɛniɣma]
  • 断字:αί‧νι‧γμα

名词

αίνιγμα (aínigman(复数 αινίγματα

  1. 谜语
  2. 令人费解、难懂的事物

变格

派生词

  • αινιγματικός (ainigmatikós, 神秘的,难以捉摸的)
  • αινιγματικότητα f (ainigmatikótita, 晦涩,费解)

拓展阅读

  •   αίνιγμα在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el