Ρουμάνος 希腊语 名词 Ρουμάνος (Roumános) m (复数 Ρουμάνοι,阴性 Ρουμάνα) 罗马尼亚人(多指男性)变格 Ρουμάνος的变格 单数 复数 主格 Ρουμάνος • Ρουμάνοι • 属格 Ρουμάνου • Ρουμάνων • 宾格 Ρουμάνο • Ρουμάνους • 呼格 Ρουμάνε • Ρουμάνοι • 相关词汇 参见:Ρουμανία f (Roumanía, “罗马尼亚”)