logo

Λιβανέζος是什么意思_Λιβανέζος读音|解释_Λιβανέζος同义词|反义词

Λιβανέζος

希腊语

名词

Λιβανέζος (Livanézosm(复数 Λιβανέζοι,阴性 Λιβανέζα

  1. 黎巴嫩人(多指男性)
  2. (作形容词,修饰人)黎巴嫩
    ένας Λιβανέζος στρατιώτης
    énas Livanézos stratiótis
    黎巴嫩士兵

变格

相关词汇